ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 192η
ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗ 2016
Πρὸς
τὸν Ἱερὸ Κλῆρο καὶ τὸν εὐσεβῆ λαὸ
τῆς
καθ’ ἠμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως
Ἀδελφοί
μου ἀγαπητοί,
Μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ ἔχουμε εἰσέλθει στὴν
Ἁγία καὶ Μεγάλη Τεσσαρακοστή, τὴν ὁποία προσφυέστατα ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος
χαρακτηρίζει ὡς «στάδιο τῶν ἀρετῶν». Σήμερα, Α΄Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν, ἑορτάζουμε
τὴν ἀναστήλωση τῶν Ἱερῶν Εἰκόνων καὶ τὸ τέλος τῆς Εἰκονομαχίας, ἡ ὁποία γιὰ
περίπου δύο αἰῶνες ταλάνισε τὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ καὶ ἔδωσε στὴν Ἐκκλησία πλειάδα ἱερομαρτύρων,
ὁσιομαρτύρων καὶ ὁμολογητῶν.
Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἔχει ἀφιερώσει
τὴν δεύτερη ἑβδομάδα τῶν Νηστειῶν στὴν προβολὴ τῆς ἀνὰ τὸν κόσμον ὀρθόδοξης ἱεραποστολῆς.
Ἡ ἱεραποστολὴ ἀποτελεῖ καθῆκον γιὰ τὴν ἐκκλησία γιατί «Ἐκκλησία χωρὶς ἱεραποστολὴ
εἶναι Ἐκκλησία χωρὶς ἀποστολή». Ἐμπνεόμενη ἀπὸ αὐτὸ τὸ καθῆκον καὶ ἡ Ἱερὰ
Μητρόπολή μας συνεισφέρει στὸ ἔργο τῆς Ἐξωτερικῆς Ἱεραποστολῆς μὲ τὶς πενιχρές
της δυνάμεις.
Ὅμως ἡ ἱεραποστολὴ δὲν θὰ πρέπει νὰ
νοεῖται μονοσήμαντα ὡς μαρτυρία τῆς ἐκκλησίας πρὸς τοὺς «μακράν», πρὸς τοὺς ἀδελφούς
μας τῆς Ἀφρικῆς ἢ τῆς Ἀσίας. Ἐδῶ καὶ χρόνια ἔχουν διαμορφωθεῖ καὶ στὸν τόπο μας
κοινωνικὲς καὶ πολιτιστικὲς συνθῆκες, ποὺ ἔχουν ἀνατρέψει δεδομένα καὶ
συνήθειες αἰώνων. Ὁ λαὸς μας εἶναι δεμένος μὲ τὴν Ἐκκλησία του καὶ μὲ τὰ ἔθιμά
της, ὅμως μοιάζει νὰ εἶναι ξένος πρὸς τὴ διδασκαλία της, ἀμύητος καὶ ἀκατήχητος.
Ἂν συνυπολογίσουμε καὶ τὶς ἑκατοντάδες χιλιάδες τῶν ἀλλοδαπῶν ποὺ ζοῦν ἢ
διέρχονται ἀπὸ τὸν τόπο μας, ἀντιλαμβανόμαστε ὅτι εἶναι ἀπαραίτητος ἕνας ἐπανευαγγελισμὸς
τοῦ λαοῦ μας.
Τὴν περίοδο αὐτὴ παράλληλα μὲ τὸν
πνευματικὸ ἀγώνα, αὐξάνουν καὶ οἱ πειρασμοί, ὅπως γιὰ παράδειγμα ἡ δράση
ποικίλων αἱρετικῶν ὁμάδων, οἱ ὁποῖες ἐλεύθερες πλέον διαδίδουν τὶς κακοδοξίες
τους. Μία τέτοια πρόσφατη περίπτωση ἀποτελεῖ ἡ ἀνενδοίαστη πρόκληση τῶν
Μαρτύρων τοῦ Ἰεχωβὰ (Χιλιαστῶν) , αὐτῶν τῶν ἀρνητῶν τοῦ Χριστοῦ, νὰ
γιορτάζουν «τὸν θάνατο τοῦ Ἰησοῦ», γιὰ νὰ παραπλανήσουν
τὸ λαὸ τῆς περιοχῆς μας καὶ νὰ ἀγρεύσουν ὀπαδούς. Ὅλα αὐτὰ μας πείθουν πὼς ἀποτελεῖ
ἐπιτακτικὴ ἀνάγκη νὰ ἐπιστρέψουμε στὶς πηγὲς τῆς πίστεως, στὴ βίωση τῆς θείας
λατρείας.
Ἡ Ἁγία καὶ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ μὲ τὸ
λατρευτικό της ἦθος, τὶς κατανυκτικὲς ἱερὲς ἀκολουθίες, τὸ ἄθλημα τῆς νηστείας,
τὸ κήρυγμα τῆς μετανοίας, ἀλλὰ καὶ μὲ τὰ ἐκτενῆ βιβλικὰ ἀναγνώσματα, μᾶς καλεῖ
νὰ παραμερίσουμε τὴν τύρβη καὶ τὴν ματαιότητα τῆς καθημερινότητας. Μᾶς χαρίζει
τὸν δικό της λειτουργικὸ ρυθμό, ὥστε ἡ ζωή μας νὰ ἐνταχθεῖ μέσα σὲ αὐτόν. Ἔτσι
θὰ φτάσουμε στὴν ἐπανεύρεση τοῦ ἀληθινοῦ ἑαυτοῦ μας, τῆς «βαθείας καρδίας», τὴν
ὁποία συνήθως καταπλακώνουμε μὲ τὶς βιοτικὲς μέριμνες.
Ἡ ἐπιστροφὴ αὐτὴ στὸ βάθος τῆς ὕπαρξής
μας ἀποτελεῖ καὶ τὸν προσωπικὸ καὶ ὑπεύθυνο δρόμο τῆς μετάνοιάς μας, τὸ ὁποῖο
καὶ ὑπηρετεῖ ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή, ποὺ εἶναι «καιρὸς μετανοίας». Ὅμως ἡ
μετάνοια αὐτὴ δὲ συμβαίνει αὐτομάτως καὶ μὲ μηχανικὸ τρόπο. Ἀπαιτεῖ ἀγάπη καὶ
θέληση.
Καλούμαστε λοιπόν, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί,
στὴν πορεία μας αὐτὴ πρὸς τὸ Πάσχα νὰ ἀγαπήσουμε τὸ Νυμφίο τῆς ψυχῆς μας
Χριστό. Ὅταν ἀγαπᾶμε μποροῦμε μὲ χαρὰ καὶ μὲ ὁλόθερμη καρδιακὴ φλόγα καὶ νὰ ἀγρυπνήσουμε,
καὶ νὰ πεινάσουμε, καὶ νὰ διψάσουμε καὶ νὰ προσευχηθοῦμε, προκειμένου νὰ
συναντήσουμε τὸν Κύριο στὸ τέλος αὐτοῦ του δρόμου τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης
Τεσσαρακοστῆς, ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἄληκτη χαρὰ τῆς Ἀναστάσεως.
Διάπυρος πρὸς Κύριον εὐχέτης
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
Ο ΞΑΝΘΗΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΘΕΩΡΙΟΥ
ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ