Το τέταρτον Αναστάσιμον εωθινόν δοξαστικόν
ιδιόμελον.
Ποίημα Λέοντος βασιλέως του σοφού.
Ήχος Δ’
Όρθρος ήν βαθύς, και
αι Γυναίκες ήλθον επί το μνήμά σου Χριστέ, άλλά το σώμα ουχ ευρέθη, το
ποθούμενον αυταίς. Διό απορουμέναις, οι ταις αστραπτούσαις εσθήσεσιν
επιστάντες, Τί τον ζώντα μετά των νεκρών ζητείτε; Έλεγον. Ηγέρθη ώς προείπε, τί
αμνημονείτε των ρημάτων αυτού; Οίς πεισθείσαι, τα οραθέντα εκήρυττον, αλλ’
εδόκει λήρος τα ευαγγέλια. Ούτως ήσαν έτι νωθείς οι Μαθηταί. Αλλ” ο Πέτρος
έδραμε, και Ιδών εδόξασέ σου, προς εαυτόν τα θαυμάσια.
Ηταν ακόμη βαθειά
χαράματα, όταν οι γυναίκες μυροφόρες ήλθαν στο μνήμα Σου, Χριστέ, αλλά δεν
βρήκαν το σώμα Σου που ποθούσαν. Γι’ αυτό, ενώ απορούσαν, οι άγγελοι με τις
αστραφτερές φωτεινές στολές στάθηκαν κοντά τους και τους έλεγαν: ΓΙΑΤΊ ΖΗΤΆΤΕ
ανάμεσα στους νεκρούς Αυτόν που ζη? Αναστήθηκε όπως σας είπε. Γιατί λησμονείτε
όςα σας είπε? Αφού λοιπόν οι γυναίκες πείσθηκαν απ’ τους αγγέλους, διακήρυτταν
όσα είδαν. Κι όμως, φαινόταν σαν ανόητες φλυαρίες όλα αυτά τα χαρμόσυνα νέα.
Τόσο νωθροί και σκοτισμένοι ήταν οι μαθητές! Αλλά ο Πέτρος έσπευσε προς το
μνήμα και αφού διαπίστωσε αυτοπροσώπως, δόξασε τα θαυμάσια Σου.
Απόδοση,
Μοναχής Θεοδοσίας.
ΠΗΓΗ: www.orp.gr
Ψάλλει ο αείμνηστος Ματθαίος Τσαμκιράνης