Ε Γ Κ Υ Κ Λ Ι Ο Σ 190η
ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ 2015
Πρὸς
τὸν Ἱερὸ Κλῆρο καὶ τὸν εὐσεβῆ Λαὸ
τῆς
καθ’ ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως
Ἀδελφοί
μου ἀγαπητοί,
«Χριστὸς
γεννᾶται δοξάσατε, Χριστὸς ἐξ οὐρανῶν ἀπαντήσατε, Χριστὸς ἐπὶ γῆς ὑψώθητε».
Μέγα καὶ παράδοξο θαῦμα τελεσιουργεῖται
σήμερα.
Ὁ οὐρανὸς ἀνοίγει καὶ γίνεται περιβόλι
θεανθρώπινο καὶ ἡ γῆ τόπος σαρκώσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου.
Βλέποντας ὁ Κτίστης νὰ χάνεται τὸ
πλάσμα Του, κλίνει τοὺς οὐρανοὺς καὶ κατέρχεται.
Ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ γίνεται Υἱὸς τοῦ
ἀνθρώπου, γιὰ νὰ μεταβάλει τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων σὲ υἱοὺς τοῦ Θεοῦ.
Κατὰ συνέπεια Χριστούγεννα σημαίνουν
τὴν χάρη τῆς σωτήριας οἰκονομίας τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, ποὺ μᾶς δόθηκε στὸ πρόσωπο
καὶ τὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ.
Τὰ Χριστούγεννα πανηγυρίζονται σὰν τὰ
σωτήρια τοῦ κόσμου, ἡ γενέθλιος ἡμέρα τῆς ἀνθρωπότητος, ἡ κοινὴ γιορτὴ
ὁλόκληρης τῆς κτίσεως. Ἀκριβῶς γιατὶ μᾶς ἐπισκεφθηκε ὁ Θεὸς καὶ ἔστησε τὴ σκηνή
του ἀνάμεσά μας, μπορεῖ καὶ ὁ κόσμος νὰ ζήσει μέσα ἀπὸ αὐτὴ τὴ συγκατάβαση.
Σήμερα, θὰ κηρύξει ἀνήμερα τὰ
Χριστούγεννα ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος, ὁ Ὣν γεννιέται καὶ ὁ Ὣν (ὁ ὑπάρχων) γίνεται
ἐκεῖνο ποὺ δὲν ἦταν.
Παίρνει τὴ δική μας ἀνθρώπινη φύση,
ὥστε ἐμεῖς νὰ γίνουμε κοινωνοὶ τῆς θεότητος.
Ὁ Λόγος ἔγινε σάρκα, γιὰ νὰ γίνει ἡ
σάρκα Λόγος. Τελικὸς σκοπὸς τῆς ἐνανθρωπήσεως εἶναι νὰ χριστοποιήσει καὶ νὰ
θεώσει τὸν ὅλο ἄνθρωπο, τὴν ψυχή, τὸ σῶμα, τὴ σκέψη καὶ τὴν αἴσθηση.
Γιὰ νὰ Χριστοποιηθεῖ ὅμως καὶ νὰ γίνει
ὁ κόσμος Βασιλεία τοῦ Θεοῦ χρειάζεται καὶ ἡ ἀνθρώπινη βούληση.
Ἡ σχέση μὲ τὸν Θεὸ δὲν ἐπιβάλλεται,
ἀλλὰ εἶναι κάτι ποὺ πρέπει νὰ θελήσει ὁλόψυχα ὁ ἄνθρωπος.
Ἐρχόμενος ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο
προσφέρει ὡς δῶρα τὴν ἀγάπη καὶ τὴν εἰρήνη. Τὸ ὅραμα τῆς εἰρήνης, τὸ «ἐπὶ γῆς
εἰρήνη» ποὺ ἔψαλαν οἱ ἄγγελοι τὸ βράδυ τῶν Χριστουγέννων εἶναι ἕνα αἴτημα
πανανθρώπινο, ἰδιαίτερα ἐπιτακτικὸ στὶς ἡμέρες μας, σ’ ἕναν κόσμο ποὺ
ἀλληλοσπαράσσεται.
Ὁ Προφήτης Ἠσαΐας, ὁ πέμπτος
Εὐαγγελιστής, ποὺ τόσο ζωντανὰ περιέγραψε πρὶν 800 χρόνια τὴ Γέννηση τοῦ
Χριστοῦ, λέγει: «τότε τὰ ξίφη θὰ σφυρηλατηθοῦν σὲ ἄροτρα καὶ οἱ λόγχες σὲ
δρεπάνια» γιὰ νὰ χορτάσει ὁ κόσμος ψωμί.
Ὁ Χριστὸς στὴν ἐπὶ τοῦ Ὄρους Ὁμιλία
διδάσκει ὅτι «εἶναι μακάριοι ὅσοι φέρνουν τὴν εἰρήνη στοὺς ἀνθρώπους, γιατὶ
αὐτοὶ θὰ ὀνομαστοῦν παιδιὰ τοῦ Θεοῦ».
Ἡ Ἐκκλησία καθημερινὰ εὔχεται ὑπὲρ τῆς
εἰρήνης τοῦ σύμπαντος κόσμου καὶ ἐπισημαίνει στὴν ὑμνολογία λέγουσα «ὡραῖοι οἱ
πόδες τῶν εὐαγγελιζομένων τὴν εἰρήνην, τῶν εὐαγγελιζομένων τὰ ἀγαθά».
Διδάσκει ὅτι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἶναι
ἀδέλφια καὶ ὅτι οἱ λαοὶ ὀφείλουν νὰ μάθουν νὰ συνυπάρχουν, σεβόμενοι τὴν
θρησκευτικὴ καὶ πολιτιστικὴ ταυτότητα τῶν ἄλλων.
Γιὰ τὴν ἐκκλησία ὁ ἄνθρωπος λειτουργεῖ
αὐθεντικὰ ὅταν κοινωνεῖ μὲ τοὺς ἄλλους. Ἡ ἀπόρριψη τῶν ἄλλων δὲν κάνει ἁπλῶς
μοναχικὴ τὴν προσωπικότητα τοῦ ἀπορρίπτοντος, ἀλλὰ πολὺ περισσότερο τὴν καθιστᾶ
λειψή.
Ἡ ἐξουσία πάνω σ’ ἕνα λαὸ εἶναι
ἔκφραση ἀνώτερης δύναμης ἀπὸ καθαρὰ ὑλικὴ ἄποψη. Ὅμως ἀπὸ ψυχολογικὴ ἄποψη ὁ
πόθος τῆς ἐξουσίας δὲν πηγάζει ἀπὸ δύναμη, ἀλλὰ ἀπὸ ἀδυναμία. Εἶναι ἔκφραση τῆς
ἀνικανότητος τοῦ ἀτομικοῦ ἐγὼ νὰ σταθεῖ μόνο του καὶ νὰ ζήσει. Εἶναι
ἀπεγνωσμένη προσπάθεια γιὰ τὴν ἀπόκτηση δευτερογενοῦς δύναμης ἐκεῖ ποὺ λείπει ἡ
αὐθεντικὴ δύναμη.
Ἡ ἀγάπη δὲν εἶναι κακομοιριὰ καὶ ἔλλειψη
ψυχικοῦ σθένους. Εἶναι εὐεργετική, συνειδητὴ καὶ ἠθελημένη στάση ζωῆς, ἡ μόνη δύναμη
ποὺ μπορεῖ ὄχι ἁπλῶς νὰ ἐξωραΐσει τὴν ἐπιφάνεια τοῦ κόσμου, ἀλλὰ μπορεῖ νὰ μεταμορφώσει
τὸν κόσμο. Γιατὶ «ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστί», κατὰ τὸν Εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη.
«Χριστὸς ἐπὶ γῆς ὑψώθητε» ἀκοῦμε νὰ
ψάλλει ἡ Ἐκκλησία. Νὰ ἀφήσουμε ἐγωϊσμούς, ἀνθρώπινα πάθη, συμφέροντα, μίση καὶ
νὰ βάλουμε τὸ Χριστὸ στὴν καρδιά μας, στὸ σπίτι μας, στὴν κοινωνία μας, στὸν
κόσμο μας γιὰ νὰ γίνει ὁ κόσμος τόπος εἰρηνικῆς καὶ ἀδελφικῆς συνύπαρξης,
ἀγγελικὰ πλασμένος.
Διάπυρος πρὸς τὸν τεχθέντα Κύριον εὐχέτης
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
Ο ΞΑΝΘΗΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΘΕΩΡΙΟΥ
ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ