Τρίτη 11 Φεβρουαρίου 2025

Η ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΟΥ ΓΑΜΟΥ

 

Τὸ Μυ­στή­ρι­ο τοῦ Γά­μου

Τὸ Μυ­στή­ρι­ο τοῦ Γά­μου ὀ­φεί­λου­με νὰ τὸ ἐ­κλαμ­βά­νου­με – ὅ­πως λέ­ει καὶ ἡ δι­α­τύ­πω­σή του – ὡς μυ­στή­ρι­ο. Ὁ ἐκ­κλη­σι­α­στι­κὸς γά­μος δὲν εἶ­ναι, ὅ­πως λέ­γε­ται, ἡ σφρα­γί­δα τοῦ Θε­οῦ στὴ σχέ­ση μας, οὔ­τε εἶ­ναι ἡ νο­μι­μο­ποί­η­ση τῶν ἐ­ρω­τι­κῶν ἐ­πα­φῶν. Πρωτίστως, εἶ­ναι ἡ ἐ­πέ­κτα­ση τοῦ Μυ­στη­ρί­ου τοῦ Βα­πτί­σμα­τος καὶ τοῦ Χρί­σμα­τος ὡς τὸ Μυ­στή­ρι­ο τοῦ πνευ­μα­τι­κοῦ Ἀρ­ρα­βώ­να τοῦ πι­στοῦ ὡς μέ­λος τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μὲ τὸν ἴ­διο τὸν Νυμ­φί­ο Χρι­στὸ ὁ ὁ­ποῖ­ος Ἀρ­ρα­βώ­νας θὰ βρεῖ τὴν πλη­ρό­τη­τά του κα­τὰ τὴν Βα­σι­λεί­α τοῦ Θε­οῦ. Εἶ­ναι δη­λα­δὴ τὸ Μυ­στή­ρι­ο ἐ­κεῖ­νο ὅ­που οἱ πι­στοὶ προ­σφέ­ρουν τὸ σῶ­μα τους καὶ τὴν ψυ­χή τους πρὸς τὸν Χρι­στὸ ὥ­στε ἐ­κεῖ­νος νὰ τὰ εὐ­λο­γή­σει, νὰ τὰ ἑ­νώ­σει, νὰ τὰ καρ­πο­φο­ρή­σει πνευ­μα­τι­κὰ καὶ ἐν τέ­λει νὰ τὰ ἁ­γι­ά­σει καὶ νὰ μᾶς τὰ ξα­να­προ­σφέ­ρει ἁ­γι­α­σμέ­να πλέ­ον ὥ­στε νὰ τὰ ἀ­πο­λαύ­σου­με ὡς δῶ­ρα τοῦ Θε­οῦ καὶ ὡς συν­δι­α­χει­ρι­στὲς τῆς Δη­μι­ουρ­γί­ας ἀ­πὸ τώ­ρα ὡς τὸ τέ­λος τῆς ζω­ῆς μας.

Γιὰ αὐ­τὸ ὁ ἐκ­κλη­σι­α­στι­κὸς Γά­μος ξε­κι­νά­ει ἀ­πὸ τὸ Βά­πτι­σμα καὶ τὸ Χρί­σμα καὶ ἐ­πε­κτεί­νον­ται ὡς τὸ τέ­λος τῆς ζω­ῆς μας. Γιὰ αὐ­τὸ καὶ ἡ Ἐκ­κλη­σί­α εὐ­λο­γεῖ καὶ προ­σφέ­ρει στέ­φα­να στοὺς νε­ό­νυμ­φους, ὥ­στε νὰ τοὺς στε­φα­νώ­σει προ­κα­τα­βο­λι­κὰ γιὰ τὶς θυ­σί­ες καὶ τὰ μαρ­τύ­ρι­α ποὺ πρό­κει­ται νὰ λά­βουν χώ­ρα στὴ ζω­ή τους γιὰ νὰ σταυ­ρώ­σουν τὸ ἐ­γω­ι­σμό τους καὶ νὰ φτά­σουν στὴν πο­θη­τὴ ἐν Ἁ­γί­ω Πνεύ­μα­τι ἕ­νω­ση καὶ τε­λεί­α ἀ­γά­πη ὅ­πως ὁ Χρι­στός.

Ὁ ἐκ­κλη­σι­α­στι­κὸς Γά­μος εἶ­ναι γά­μος Παρ­θε­νί­ας μὲ τὴν ἔν­νοι­α ὅ­τι οἱ νε­ό­νυμ­φοι ἀ­γω­νί­ζον­ται ἀ­πὸ κοι­νοῦ γιὰ νὰ ἀ­φι­ε­ρω­θοῦν ἀ­πο­κλει­στι­κὰ στὸν Θε­ὸ ὅ­πως κά­νουν καὶ οἱ μο­να­χοί, μὲ τὴν δι­α­φο­ρὰ ὅ­τι οἱ ἔγ­γα­μοι ἀλ­λη­λο­βο­η­θι­οῦν­ται βα­στά­ζον­τας ὁ ἕ­νας τα βά­ρη τοῦ ὅ­λου. Αὐ­τὸς εἶ­ναι ὁ λό­γος ποὺ κα­λεῖ­ται Μυ­στή­ρι­ο. Για­τί οἱ δύ­ο γί­νον­ται ἕ­να ὅ­πως εἶ­ναι καὶ ὁ Χρι­στὸς ἑ­νω­μέ­νος μὲ τὴν Ἐκ­κλη­σί­α, ὅ­πως εἶ­ναι καὶ ἡ Ἁ­γί­α Τρι­ά­δα τρί­α καὶ ἕ­να μα­ζί. Ἡ «σάρ­κα μί­α» δη­λώ­νει τὴν ἕ­νω­ση ὄ­χι μό­νο της σάρ­κας ἀλ­λὰ καὶ τοῦ ζευ­γα­ριοῦ μὲ τὸ Σῶ­μα τοῦ Χρι­στοῦ – τὴν Ἐκ­κλη­σί­α. Τὸ ἀν­δρό­γυ­νο δὲν παν­τρεύ­ε­ται μό­νο με­τα­ξύ του ἀλ­λὰ παν­τρεύ­ε­ται καὶ μὲ τὴν Ἐκ­κλη­σί­α, τὸν Νό­μο καὶ τοὺς Προ­φῆ­τες δη­λα­δὴ μὲ τὸν Χρι­στό!

Τὸ γλέν­τι ποὺ ἀ­κο­λου­θεῖ με­τὰ τὸν Γά­μο δὲν εἶ­ναι γλέν­τι ἀ­σύ­δο­του ξε­σπά­σμα­τος ἀλ­λὰ προ­τύ­πω­ση τῆς πνευ­μα­τι­κῆς πα­νη­γύ­ρε­ως τῆς Βα­σι­λεί­ας τοῦ Θε­οῦ γιὰ τὴν ἐ­πι­στρο­φὴ τοῦ Ἀ­σώ­του ἀν­θρώ­που στὸ ἀρ­χαῖ­ο προ­πτω­τι­κὸ κάλ­λος.

Γιὰ αὐ­τὸ καὶ ὁ Γά­μος ὀ­φεί­λει νὰ τε­λεῖ­ται ἐν­τός της Θεί­ας Λει­τουρ­γί­ας δι­ὰ νὰ ἐ­πα­νέλ­θει ὁ Μυ­στη­ρι­α­κὸς χα­ρα­κτή­ρας τοῦ ἀλ­λὰ καὶ νὰ ἐ­πα­να­συν­δε­θεῖ μὲ τὸ κα­τε­ξο­χὴν Μυ­στή­ρι­ο τῆς Ἑ­νώ­σε­ως τοῦ Θε­οῦ μὲ τὸν ἄν­θρω­πο ποὺ εἶ­ναι τὸ Μυ­στή­ρι­ο τῆς Θεί­ας Εὐ­χα­ρι­στί­ας – τῆς Θεί­ας λει­τουρ­γί­ας. Καὶ μά­λι­στα τε­λεῖ­ται τὴν Κυ­ρι­α­κὴ ἡ­μέ­ρα, ἡ­μέ­ρα τοῦ Κυ­ρί­ου, μὲ τὴν πα­ρου­σί­α ὅ­λων των ἐ­νο­ρι­τῶν, φί­λων καὶ συγ­γε­νῶν στὴν Ἐκ­κλη­σί­α καὶ ὄ­χι σὲ ἐ­ξωκ­κλή­σι­α ἐν κρυ­πτῶ, εἴ­τε ἐ­κτὸς να­οῦ, ὥ­στε μέ­σα ἀ­πὸ τὴν φα­νε­ρὴ κοι­νὴ σύ­να­ξη καὶ τὴν κοι­νὴ εὐ­χὴ νὰ ἀ­να­δυ­θεῖ ἡ «Ὀ­γδό­η Ἡ­μέ­ρα», ἡ ἡ­μέ­ρα τοῦ «Ἀ­νε­σπέ­ρου Φω­τὸς τῆς Βα­σι­λεί­ας τοῦ Θε­οῦ», τῆς πο­θει­νῆς πα­τρί­δας τῶν ἀν­θρώ­πων ὅ­που ζοῦν ἑ­νω­μέ­νοι μὲ τὸν Θε­ό.

Ἡ «ἐ­πι­τυ­χί­α» τοῦ Γά­μου δὲν εἶ­ναι ἡ ἀ­πο­φυ­γὴ τῆς ἀ­πά­της τῶν συν­τρό­φων. Αὐ­τὸ εἶ­ναι ὁ πο­λι­τι­κὸς γά­μος καὶ ἡ συμ­βί­ω­ση, τὰ ὁ­ποί­­α ἔ­χουν ἀ­πα­γο­ρεύ­σεις καὶ δι­και­ώ­μα­τα. Ἄλ­λω­στε γιὰ νὰ φτά­σεις στὴν ἀ­πά­τη τοῦ συν­τρό­φου ση­μαί­νει ὅ­τι ἔ­χεις ἤ­δη ἀ­πα­τή­σει τὸν ἑ­αυ­τό σου καὶ ἔ­χεις δι­α­κο­ρεύ­σει τὴν προ­σω­πι­κή σου παρ­θε­νί­α. Ὁ Ἐκ­κλη­σι­α­στι­κὸς Γά­μος πε­τυ­χαί­νει ὅ­ταν οἱ σύ­ζυ­γοι μά­θουν νὰ ἑ­νώ­νον­ται καὶ μὲ τὸν Θε­ό, καὶ με­τα­ξύ τους ἀλ­λὰ καὶ μὲ ὅ­λον τὸν κό­σμο ἀ­φοῦ ὁ κά­θε ἄν­θρω­πος εἶ­ναι εἰ­κό­να Θε­οῦ, ἀ­πὸ τὴν στιγ­μὴ ποὺ ἁρ­μό­ζον­ται τὰ χέ­ρια τοὺς μέ­χρι νὰ κλεί­σουν τὰ μά­τια τους. Αὐ­τὴ εἶ­ναι ἡ ἔν­νοι­α τῆς δι­α­τή­ρη­σης τοῦ «κα­λοῦ οἴ­νου» τῆς Κα­νὰ μέ­χρι τὸ τέ­λος.

Ἀ­πὸ τὰ πα­ρα­πά­νω γί­νε­ται σα­φὲς ὅ­τι σκο­πὸς τοῦ Μυ­στη­ρί­ου τοῦ Ἐκ­κλη­σι­α­στι­κοῦ Γά­μου δὲν εἶ­ναι τε­λι­κὰ ἡ τε­κνο­γο­νί­α – αὐ­τὴ εἶ­ναι μιὰ ἄλ­λη δω­ρε­ὰ τοῦ Θε­οῦ ὅ­που ὁ Θε­ὸς προ­ά­γει τὸν ἄν­θρω­πο ὡς συν­δη­μι­ουρ­γὸ στὴν κτί­ση – ἀλ­λὰ ἡ θυ­σι­α­στι­κὴ ἀ­γά­πη τοῦ ἑ­νὸς πρὸς τὸν ἄλ­λο κα­τὰ μί­μη­ση τῆς Θυ­σί­ας τοῦ Χρι­στοῦ πά­νω στὸν Σταυ­ρὸ γιὰ χά­ρη τῆς Νύμ­φης Ἐκ­κλη­σί­ας δη­λα­δὴ γιὰ χά­ρη τῶν ἀν­θρώ­πων. «Τέ­κνα» καὶ «κλη­ρο­νο­μι­ὰ» τῶν ἄ­τε­κνων συ­ζύ­γων εἶ­ναι οἱ ἀ­ρε­τὲς τῆς Ἐκ­κλη­σι­α­στι­κῆς Συ­ζυ­γί­ας καὶ τὸ δό­σι­μο τοῦ ἑ­νὸς συ­ζύ­γου πρὸς τὸν ἄλ­λο ἀλ­λὰ καὶ πρὸς τὸν ξέ­νο ἀ­δελ­φὸ στὸ ὄ­νο­μα τοῦ Θε­οῦ. « Ἐφ᾿ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε» (Ματθ. 25, 40).

Ὁ ὑ­περ­βο­λι­κὸς στο­λι­σμός, ἡ ἀ­νάρμοστη ἔν­δυ­ση, τὸ πέ­τα­μα τοῦ ρυ­ζιοῦ, τὸ πά­τη­μα τοῦ πο­διοῦ, οἱ συ­ζη­τή­σεις ἐν­τὸς καὶ ἐ­κτὸς να­οῦ, ὁ ἐ­πι­πό­λαιος ἔ­ρω­τας, ὁ ἀ­σύ­νε­τος ψυ­χο­λο­γι­κὸς ρο­μαν­τι­σμός, τὸ ἀ­δύ­να­μο ψυ­χι­κὸ σθέ­νος, ἡ ἀ­νω­ρι­μό­τη­τα, ἡ ἔλ­λει­ψη πεί­ρας τῆς πραγ­μα­τι­κῆς ζω­ῆς, ἡ ἔλ­λει­ψη ἐμ­πι­στο­σύ­νης στὸν Θε­ὸ, ἡ νε­ο­φα­νῆς  πα­ρε­κτρο­πὴ τῆς «γα­μο­βά­πτι­σης» καὶ ἡ ἄρ­νη­σή μας νὰ ταυ­τι­στοῦ­με μὲ τὸ Μυ­στή­ρι­ο τοῦ Ἐκ­κλη­σι­α­στι­κοῦ Γά­μου οὐ­σι­α­στι­κὰ ἀ­πο­δει­κνύ­ουν τὴν λαν­θά­νου­σα ἀν­τί­λη­ψη καὶ τὴν ὑ­πο­κρι­σί­α ποὺ μᾶς χα­ρα­κτη­ρί­ζει ἀλ­λὰ ἐ­πι­σφρα­γί­ζει καὶ τὴν ἄ­γνοι­α καὶ τὴν ἔλ­λει­ψη πνευ­μα­τι­κῆς ἀ­να­ζή­τη­σης ὅ­λων ἠ­μῶν τῶν κατ’ ὄ­νο­μα χρι­στια­νῶν.