Τρίτη 11 Φεβρουαρίου 2025

Η ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΗΣ ΛΙΤΗΣ

 

Η ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΗΣ ΛΙΤΗΣ


Ἡ ἀκολουθία τῆς Λιτῆς εἶναι μιὰ πολὺ ὄμορφη ἀκολουθία ποὺ συνηθίζεται στὶς πανηγύρεις καὶ στὶς ἀγρυπνίες. Στὰ μοναστήρια τελεῖται κάθε Κυριακὴ καὶ κάθε ἑορτάσιμη ἡμέρα, εἴτε ἐμβόλιμα μέσα στὴν ἀκολουθία τοῦ ἑσπερινοῦ εἴτε μετὰ τὸν ὄρθρο, συναπτὰ μὲ τὴν ἀκολουθία τῆς α΄ ὥρας. Στὶς ἐνορίες τελεῖται στοὺς πανηγυρικοὺς ἑσπερινοὺς μαζὶ μὲ τὴν ἀρτοκλασία. Γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ διεισδύσουμε στὴν οὐσία τῆς Λιτῆς θὰ πρέπει νὰ δοῦμε πρῶτα ποιά ἦταν ἡ παλαιά της μορφή.

Κατ' ἀρχὰς ὁ ὅρος «Λιτὴ» προέρχεται ἀπὸ τὴν λιτανεία ποὺ μὲ τὴν σειρά της σημαίνει λατρευτικὴ ἱκεσία. Εἶναι λοιπὸν ἡ Λιτὴ μιὰ λιτανεία, δηλαδὴ μιὰ μεταφορὰ τῆς εἰκόνος τῆς ἑορτῆς ἢ τοῦ ἁγίου ποὺ ἑορτάζει ἀπὸ τὸν διάκονο καὶ τὸν ἱερέα, ἡ ὁποία ξεκινάει ἀπὸ τὸ ἱερὸ καὶ καταλήγει στὸν ἐσωνάρθηκα ἢ Λιτή, ἐκτὸς δηλαδὴ τοῦ κυρίως ναοῦ. Προπορεύονται οἱ ψάλτες καὶ οἱ λαμπαδοῦχοι, ὕστερα οἱ ἱερεῖς καὶ ἀκολουθεῖ ὁ λαός. Ἐκεῖ στὸν χῶρο τῆς Λιτῆς, τοποθετεῖται ἡ εἰκόνα σὲ προευπρεπισμένο προσκυνητάρι καὶ ἀναπέμπεται ἱκεσία.

Καθ' ὅλη τὴν διάρκεια τῆς λιτανείας οἱ ψάλτες ψάλλουν ἀπὸ τὸ λειτουργικὸ βιβλίο του μηναίου ἰδιόμελα τροπάρια ποὺ ἀφοροῦν τὴν Λιτὴ τῆς ἑορτῆς. Ὅταν πρόκειται γιὰ ἑορτὴ ἁγίου, τὰ τροπάρια ἔχουν ἱκετευτικὸ καὶ παρακλητικὸ χαρακτῆρα καὶ ὅταν πρόκειται γιὰ δεσποτικὴ ἢ θεομητορικὴ ἑορτὴ ἔχουν ἔντονο πανηγυρικὸ χαρακτῆρα. Ὁ διάκονος κατὰ τὴν λιτανεία θυμιάζει τὴν εἰκόνα μὲ εὐῶδες θυμίαμα καὶ κατόπιν θυμιάζει τὸν κλῆρο καὶ τὸν λαό.

Ἀφοῦ ὁ χορὸς ὁλοκληρώσει ὅλα τὰ τροπάρια τὰ ὁποῖα συνήθως ψάλλονται σὲ ἀργὸ μέλος, ὁ διάκονος ἀναπέμπει μιὰ σειρὰ ἀπὸ αἰτήσεις ποὺ ἀφοροῦν τὴν μεσιτεία τῶν ἁγίων καὶ τῆς Θεοτόκου πρὸς τὸν Θεὸ ὥστε νὰ πέμψει τὸ ἔλεὸς Του πρὸς τὸν λαό, χαρίζοντας εὐσπλαχνία, εἰρήνη, ὑγεία, μακροημέρευση, ἱκανοποίηση πνευματικῶν καὶ ὑλικῶν ἀναγκῶν, ὑποταγὴ τῶν στοιχείων τῆς φύσεως πρὸς πλούσια καρποφορία καὶ εὐημερία, ἀνάπαυση κεκοιμημένων πατέρων καὶ ἀδελφῶν οἱ ὁποῖοι διηκόνησαν στὴν μονὴ ἢ στὴν ἐνορία, παράβλεψη τῶν ἁμαρτιῶν καὶ ἀπόδοση θείου ἐλέους.

Ὁ λόγος ποὺ τελεῖται ἡ Λιτὴ ἐκτὸς τοῦ κυρίως ναοῦ ἔχει ἰδιαίτερο συμβολισμό. Ἡ Ἐκκλησία θέλει νά μᾶς ὑπενθυμίσει τὴν παρακοὴ τῶν πρωτοπλάστων καὶ τὴν ἔξωσή τους ἀπὸ τὸν Παράδεισο, δηλαδὴ τὴν ἀπώλεια τοῦ ἀρχαίου κάλλους καὶ τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ. Ὅπως ἡ ἁμαρτία τοῦ Ἀδὰμ καὶ τῆς Εὔας ἔγινε ἀφορμὴ νὰ χαθεῖ ἡ κοινωνία τῶν ἀνθρώπων μὲ τὸν Θεό, ἔτσι καὶ οἱ δικές μας ἁμαρτίες, μᾶς ἀποκλείουν ἀπὸ τὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

Ὅμως ἡ ἱκεσία τοῦ λαοῦ, ἡ μετάνοια καὶ οἱ πρεσβεῖες τῶν ἁγίων καὶ τῆς Θεοτόκου ἑλκύουν τὸ ἔλεος καὶ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀναδεικνύουν τὴν ἀγάπη Του πρὸς τὸν κάθε ἄνθρωπο καὶ τὸν καθιστοῦν ἄξιο νὰ ξαναγίνει ἀπὸ ἄσωτος υἱὸς γνήσιο τέκνο τοῦ φιλεύσπλαχνου Πατέρα καὶ πολίτης τοῦ Παραδείσου. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος ὅπου μὲ τὸ τέλος τῆς Λιτῆς καὶ ἀφοῦ προσκυνήσουν ὅλοι τὴν εἰκόνα τῆς ἑορτῆς ἢ τοῦ ἁγίου, ἐπιστρέφουν ἐν πομπῇ στὸν κυρίως ναὸ ὥστε νὰ συνεχιστεῖ ἡ ἀκολουθία καὶ νὰ ἀξιωθοῦν ὅλοι νὰ μεταλάβουν τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ σωτῆρος Χριστοῦ. Δηλαδή, μὲ τὴν μετάνοια καὶ τὴν ἐφαρμογὴ τοῦ Εὐαγγελίου, ἡ κοινωνία καὶ ἡ «συνομιλία» τοῦ Θεοῦ μὲ τὸν ἄνθρωπο ἀποκαθίσταται πλήρως, ὅπως ἦταν πρὸ τῆς πτώσεως τοῦ πρωτοπλάστων.

Αὐτὴ ἦταν μὲ λίγα λόγια ἡ ἀκολουθία τῆς Λιτῆς στὴν ἀρχική της μορφὴ κατὰ τὸ μοναστηριακὸ τυπικό. Στὶς ἐνορίες, ἡ Λιτὴ στὴν σημερινή της μορφὴ εἶναι λίγο διαφορετικὴ καὶ ἔχει ἀποκλειστικὰ πανηγυρικὴ μορφή. Κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ πανηγυρικοῦ ἑσπερινοῦ, τελεῖται πάλι ἡ λιτανεία τῆς εἰκόνος τῆς ἑορτῆς ἢ τοῦ ἑορταζόμενου ἁγίου ὅπως ἀναφέρθηκε προηγουμένως, ψάλλοντας ἕνα ἀπὸ τὰ τροπάρια καὶ καταλήγοντας στὸ κέντρο τοῦ κυρίως ναοῦ. Ἐκεῖ ἐπισυνάπτεται καὶ ἡ ἀρτοκλασία, ἡ εὐλόγηση δηλαδὴ πέντε ἄρτων, ἐλαίου, οἴνου καὶ σιταριοῦ, κατὰ μίμηση τοῦ θαύματος τοῦ πολλαπλασιασμοῦ τῶν ἄρτων καὶ τοῦ χορτασμοῦ τοῦ πλήθους. Ὁ διάκονος ἀναπέμπει αἰτήματα ὑγείας, σωτηρίας καὶ συγχωρήσεως τῶν ἁμαρτιῶν τοῦ λαοῦ καὶ μνημονεύει τὰ ὀνόματα τῶν προσφερόντων τῶν ἄρτων καὶ τῶν λοιπῶν δώρων ὥστε ὁ Θεὸς νὰ εὐλογήσει τὰ ἀγαθὰ ποὺ μᾶς χαρίζει ἀλλὰ καὶ ὅλο τὸν λαὸ ὥστε μὲ τὴν μεσιτεία τῶν ἁγίων καὶ τῆς Θεοτόκου νὰ χαρίζει ἔλεος καὶ ἁγιασμό.

Στὴ συνέχεια, ψάλλεται πανηγυρικὰ ἀπὸ τὸν πρῶτο τῇ τάξει ἱερέα τὸ «Θεοτόκε Παρθένε...», αὐτὸς ὁ ὄμορφος ὕμνος πρὸς τὴν Παναγία, ἡ ὁποία εἶναι ἡ ἐγγυήτρια τοῦ ἀνθρωπίνου γένους καὶ ἡ «κλίμακα» ὥστε νὰ μεταβεῖ ὁ ἄνθρωπος καὶ πάλι στὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Τέλος, ἀφοῦ εὐλογηθοῦν οἱ ἄρτοι, ὁ οἶνος καὶ τὸ ἔλαιο, κλῆρος καὶ λαὸς ψάλλουν τὸν ψαλμικὸ στίχο «Πλούσιοι ἐπτώχευσαν καὶ ἐπείνασαν...» ὥστε νὰ ὁλοκληρωθεῖ ἡ εὐχαριστία πρὸς τὸν Θεὸ γιὰ τὰ δῶρα πρὸς τὸν ἄνθρωπο ἀλλὰ καὶ νὰ ἀναγνωριστεῖ τὸ γεγονὸς ὅτι ὅποιος ἐλπίζει καὶ στηρίζεται στὸν ἀληθινὸ Θεὸ δὲν θὰ τοῦ λείψει τίποτα, οὔτε πνευματικὸ οὔτε ὑλικὸ ἀγαθό.

Αὐτὸ ποὺ πρέπει νὰ τονισθεῖ εἶναι ὅτι ἡ ἀρτοκλασία δὲν εἶναι ὑποκατάστατο τῆς Θείας Κοινωνίας. Ἡ ἀρτοκλασία εἶναι ἁπλὰ ἕνας ἄρτος ποὺ εὐλογεῖται κατὰ μίμηση τοῦ θαύματος τῶν πέντε ἄρτων. Ἡ Θεία κοινωνία εἶναι κάτι πολὺ ἀνώτερο γι' αὐτὸ καὶ τελεῖται κατὰ τὸ Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Δὲν εἶναι ἁπλὰ ψωμὶ καὶ κρασὶ ἀλλὰ Σῶμα καὶ Αἷμα Χριστοῦ τὰ ὁποῖα χαρίζουν ἄφεση ἁμαρτιῶν καὶ αἰώνιο Ζωή, ἄρα κοινωνία μὲ τὸν ἴδιο τὸν Θεό.